Blogitter

Γαιδουράγκαθο-Silybum marianum

append delete aria

Επιστημονική ονομασία: Σίλυβο το μαριανό- Silybum marianum/Cardus marianus
Οικογένεια: Σύνθετα (Compositae).
Άλλα ονόματα: Γαϊδουράγκαθο, κουφάγκαθο, κάρδος, σίλυβο.
Συγγενή είδη: Cnicus benedictus-αγιάγκαθο

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Διετές ακανθώδες φυτό που φθάνει σε ύψος το 1,5 μέτρο. Τα φύλλα του είναι πράσινα με χαρακτηριστικά άσπρα σημάδια σαν φλέβες και τα λουλούδια του έχουν χρώμα βυσσινί.

ΦΥΣΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ
Είναι φυτό ιθαγενές της Μεσογείου και φυτρώνει σε όλη την νότια Ευρώπη. Είναι αυτοφυές, ευδοκιμεί σε χερσότοπους αλλά και σε καλλιεργημένες εκτάσεις. Προτιμά τα ηλιόλουστα μέρη και τα καλά στραγκιζόμενα εδάφη. Πολλαπλασιάζετε εύκολα από μόνο του με τους σπόρους του και αντέχει μέχρι και τους -15 βαθμούς κελσίου.

ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΜΕΝΑ ΜΕΡΗ
Στη βοτανοθεραπευτική χρησιμοποιούνται κυρίως οι σπόροι από τα άνθη του, που μαζεύονται προς το τέλος του καλοκαιριού όταν ξεραθούν πλήρως. Και τα άλλα μέρη του φυτού χρησιμοποιούνται φαρμακευτικά αλλά έχουν χαμηλότερες περιεκτικότητες σε δραστικές ουσίες.

ΣΥΣΤΑΤΙΚΑ
Σιλυμαρίνη, τυραμίνη, ισταμίμη, κινικίνη, φλαβονικά γλυκοσίδια, άλατα νιτρικού οξέος, νιτρικό κάλιο και αιθέριο έλαιο.

ΙΣΤΟΡΙΑ & ΠΑΡΑΔΟΣΗ
Σύμφωνα με την παράδοση τα λευκά σημάδια σαν φλέβες στα πράσινα φύλλα του, προκλήθηκαν όταν έπεσαν πάνω στο φυτό σταγόνες από το γάλα της Παρθένου Μαρίας και για αυτό πήρε το αγγλικό του όνομα milk thistle (γαλατοαγκάθι) ή Mary thistle (αγκάθι της Μαρίας).
Ο Διοσκουρίδης συνιστά το μέγα κενταύριον, ή σίλυβον για την επούλωση των πληγών.Τα κεφάλια από τα άνθη του τρώγονταν βραστά την άνοιξη πριν ανθίσουν όπως οι αγκινάρες και βοηθούσαν στη τόνωση του οργανισμού, το καθάρισμα του αίματος, την αποτοξίνωση του οργανισμού, αλλά και στην αύξηση της παραγωγής γάλακτος των γυναικών. Ακόμα χρησιμοποιούταν και για όλες τις ασθένειες της μελαγχολίας.

ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΕΙΣ & ΧΡΗΣΕΙΣ
Στη σύγχρονη βοτανοθεραπευτική, το γαϊδουράγκαθο είναι το κύριο γιατρικό που χρησιμοποιείται στη προστασία του συκωτιού από λοιμώξεις, κατανάλωση αλκοόλ ή χημειοθεραπείες. Μπορεί να βοηθήσει στο να περιοριστούν οι βλάβες στο συκώτι αλλά και στην ανανέωση των κυττάρων του. Χρησιμοποιείται ακόμα στη θεραπεία της ηπατίτιδας, του ίκτερου και της κύρωσης του ύπατος.
Χορηγείται σε όλα τα προβλήματα της χοληδόχου κύστης καθώς αυξάνει την έκκριση και την ροή της χολής από το ήπαρ και της χοληδόχου κύστης.
Είναι αντίδοτο σε δηλητηριάσεις από μύκητες του γένους Amanita καθώς και από άλλες τοξίνες του περιβάλλοντος.
Χρησιμοποιείτε ακόμα σαν δυναμωτικό του εγκεφάλου και της μνήμης, σαν καταπραϋντικό στη καταρροή και στη πλευρίτιδα, αλλά και στη ψωρίαση.
Πρόσφατα ανακαλύφθηκε η αντικαρκινική, η νευροπροστατευτική αλλά και η καρδιοπροστατευτική του δράση λόγο της μείωση της χοληστερόλης που προκαλεί.
Επιστημονικές αποδείξεις της σημαντικής αντικαρκινικής ιδιότητας του γαϊδουράγκαθου μπορείτε να βρείτε εδώ: http://www.sciencedaily.com/releases/2007/11/071114111149.htm

ΦΑΓΩΣΙΜΕΣ ΧΡΗΣΕΙΣ
 H ρίζα και τα φρέσκα νέα φύλλα του τρώγονται ωμά ή μαγειρεμένα αλλά πρέπει πρώτα να αφαιρεθούν οι αιχμηρές άκρες τους, το οποίο είναι αρκετά χρονοβόρο. Τα φύλλα είναι αρκετά παχιά και έχουν ήπια γεύση όταν είναι νέα, αλλά γίνονται πιο πικρά το καλοκαίρι με τη ζέστη. Μαγειρεμένα έχουν γεύση σπανακιού.
Τα κεφάλια του μπορούν να φαγωθούν όπως οι αγκινάρες πριν ανθίσουν, αλλά είναι πολύ πιο μικρά. Οι ξεφλουδισμένοι μίσχοι του τρώγονται ωμοί ή μαγειρεμένοι, είναι εύγευστοι και θρεπτικοί και μπορούν να χρησιμοποιηθούν όπως το σπαράγγι ή το ρεβέντι ή να προστεθούν σε σαλάτες. Τρώγονται καλύτερα την άνοιξη όταν είναι νέοι πριν σκληρύνουν. Οι ψημένοι σπόροι του είναι υποκατάστατο του καφέ.

ΔΟΣΟΛΟΓΙΑ
Σε ένα φλιτζάνι βραστό νερό 1 κουταλάκι ξηρούς σπόρους 3 φορές την ημέρα.

ΠΡΟΦΥΛΑΞΕΙΣ
Το γαϊδουράγκαθο, δεν παρουσιάζει τοξικότητα. Σε υψηλές και μακροχρόνιες δόσεις ίσως χρειαστεί συμπληρωματικά κάποιο σκεύασμα πλούσιο σε φυτικές ίνες, γιατί λόγω της χολαιρετικής δράσης του φυτού, μπορεί να ερεθιστεί ο εντερικός βλεννογόνος και να προκληθεί μικρή μάζα κοπράνων.
Πάντα χρησιμοποιείτε τα βότανα υπό την επίβλεψη ενός ειδικού και ειδικά όταν παίρνετε ταυτόχρονα άλλα φάρμακα ή βότανα.

http://www.ftiaxno.gr/2009/02/silybum-marianum.html

Reply RSS

Replies

append delete #1. ΑΡΤ

Η Ευεργετική Δράση του Γαϊδουράγκαθου

Γαιδουράγκαθο (Silybum marianum και ηπατικές παθήσεις)

 Το Silybum Marianum ανήκει στην οικογένεια Asteraceae (Compositae), ή αλλιώς στα σύνθετα φυτά. Είναι μια πόα, γνωστή από την αρχαιότητα για τη δράση της σε ηπατικές παθήσεις, παθήσεις στη χολή, καθώς και ως ηπατοπροστατευτικό σε δηλητηριάσεις από χημικές και περιβαλλοντολογικές τοξίνες, δαγκώματα φιδιών, τσιμπήματα εντόμων, δηλητηριώδη μανιτάρια και λήψη υπερβολικής ποσότητας οινοπνεύματος. Σήμερα είναι το πιο μελετημένο φυτό για τη θεραπεία ηπατοπαθειών με πάνω από 450 δημοσιεύσεις παγκοσμίως.

Το φυτό αναφέρεται και ως Carduus marianus αλλά και ως Mariana lacteal. Κάποιες από τις πιό κοινές ονομασίες του σε παγκόσμιο επίπεδο είναι, Milk Thistle, Mary's thistle, blessed milk thistle, holy thistle, lady's thistle, Silybe de Marie, και ChardonMarie. Στην Ελλάδα είναι γνωστό με το όνομα γαιδουράγκαθο αλλά και ως κουφάγκαθο, αγκάθι και αγκάβατος. Επίσης από την αρχαιότητα ακόμα έχει επικρατήσει η ονομασία "Σίλυβο". Μια από τις πιο γνωστές ονομασίες του φυτού η ονομασία Milk Thistle οφείλεται στην ύπαρξη χαρακτηριστικών άσπρων λωρίδων κατά μήκος των νευρών των φύλλων του φυτού, ενώ η πλειοψηφία των υπολοίπων ονομασιών συσχετίζεται με το όνομα της Παναγίας. Το φυτό είναι μονοετής ή διετής αγκαθωτή πόα, ύψους έως 1,5 μέτρα. Τα φύλλα είναι εναλλασσόμενα, με παρυφές οδοντωτές, ανοιχτοπράσινα με άσπρα νεύρα, ενώ οι κεφαλές των ανθέων είναι μεγάλες και περιβάλλονται από πολυάριθμα βράκτια, με αγκαθωτές παρυφές, που καταλήγουν σε μακρύ, βελονοειδές εξάρτημα. Τα σωληνοειδή ανθίδια έχουν χαρακτηριστικό κόκκινο-ιώδες χρώμα και οι καρποί οι οποίοι αποτελούν τη δρόγη του φυτού, είναι μαύροι με σκληρό περίβλημα. Η συλλογή τους γίνεται κατά το τέλος του καλοκαιριού μετά την ωρίμανσή τους. Το Silybum Marianum είναι αυτοφυές κυρίως στη λεκάνη της Μεσογείου, ενώ καλλιεργείται στην υπόλοιπη Ευρώπη και στη Νότια Αμερική. Γενικά απαντάται συχνότερα στις άκρες των δρόμων σε μέρη ακαλλιέργητα, αλλά και σε καλλιεργούμενο έδαφος.

Στη χώρα μας είναι ένα ιδιαίτερα κοινό φυτό σε εδάφη με χαμηλό υψόμετρο. Οι πρώτες αναφορές στο φυτό έγιναν από τον Θεόφραστο κατά τον 4ο αι. π.χ όπου αναφέρεται με το όνομα "Πτέρνιξ". Στη συνέχεια ο Διοσκουρίδης συνιστά το "Μέγα Κενταύριον", ή "Σίλυβον" για την επούλωση των πληγών. Ακολουθεί αναφορά από τον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο, ενώ κατά τον Μεσαίωνα πλήθος βοτανολόγων συνιστούν το φυτό για διάφορες χρήσεις. Ο Άγγλος βοτανολόγος Nicholas Culperer το προτείνει ως εξαιρετικό φάρμακο για τη χολή και το σπλήνα, ενώ στις αρχές του 20ου αι. μιά σχολή βοτανολόγων θεραπευτών, οι επονομαζόμενοι "Εκλεκτικοί" χρησιμοποιούν το εκχύλισμα του Silybum Marianum για την "Ηπατική συμφόρηση". Τέλος μετά το 1960 η χρήση του φυτού εξαπλώθηκε ευρέως, ξεκινώντας από τη Γερμανία, όπου ταυτόχρονα με τη χρήση άρχισε και η ερευνητική μελέτη του. Σύμφωνα με την παράδοση το Silybum Marianum έχει χρησιμοποιηθεί σε παθήσεις του ήπατος και της χολής ως διεγερτικό της παραγωγής γάλακτος, ως αντικαταθλιπτικό, ως αντίδοτο σε δηλητηριάσεις από μύκητες του γένους Amanita καθώς και από άλλες τοξίνες του περιβάλλοντος. Άλλες περιπτώσεις στις οποίες έχει χρησιμοποιηθεί είναι διαταραχές της εμμήνου ρύσης, ανωμαλίες του σπλήνα και των νεφρών. Οι βλαστοί, τα φύλλα, τα άνθη, η ρίζα και ο μίσχος του φυτού είναι βρώσιμα ενώ οι ψημένοι καρποί του αποτελούν υποκατάστατο του καφέ.

Η δρόγη του φυτού (καρποί) οφείλει τις ιδιότητές της στη "σιλυμαρίνη", η οποία είναι το τυποποιημένο εκχύλισμα των σπερμάτων του Silybum Marianum με περιεκτικότητα 70-80% σε φλαβονολιγνάνες. Η κύρια φλαβονολιγνάνη της σιλυμαρίνης είναι η "συλυβίνη" ή "σιλυβινίνη", η οποία αποτελείται από μίγμα δύο διαστερεοισομερών Α και Β και παρουσιάζει τη σημαντικότερη δράση σε σχέση με τις υπόλοιπες ουσίες. Αλλες φλαβονολιγνάνες που περιέχονται στο εκχύλισμα είναι η ισοσιλυβίνη, η δευδροσιλυβίνη, η σιλυχριστίνη και η σιλυδιανίνη, ενώ ένα από τα υπόλοιπα φλαβονοειδή του φυτού είναι η "ταξιφολίνη" Οσον αφορά την φαρμακοκινητική της σιλυμαρίνης, η τελευταία δεν είναι ευδιάλυτη στο νερό και γι' αυτό το λόγο δεν χορηγείται σαν αφέψημα. Τις περισσότερες φορές χορηγείται σαν τυποποιημένο εκχύλισμα σε κάψουλες. Περίπου το 20-50% της σιλυμαρίνης απορροφάται μετά τη χορήγηση per os( από το στόμα). από το οποίο το μεγαλύτερο ποσοστό απεκκρίνεται από τη χολή. Τέλος ο χρόνος ημιζωής της είναι 6-8 ώρες, ενώ σήμερα γίνονται προσπάθειες για αύξηση της εντερικής απορρόφησης της μέσω της σύζευξής της με άλλες ουσίες όπως η φωσφατιδυλοχολίνη. Η πιό σημαντική φαρμακολογική δράση της σιλυμαρίνης είναι η ηπατοπροστατευτική δράση που παρουσιάζει απέναντι σε πλήθος τοξινών, όπως η ακεταμινοφαίνη και η αιθανόλη (οινόπνευμα). Το εκχύλισμα παρουσιάζει σημαντική αντιοξειδωτική δράση, ενώ παράλληλα αυξάνει την πρωτεϊνοσύνθεση των ηπατικών κυττάρων. Πρόσφατα ανακαλύφθηκε η αντικαρκινική δράση του φυτού, αλλά και η μείωση της χοληστερόλης που προκαλεί, η καρδιοπροστατευτική και η νευροπροστατευτική του δράση. Σήμερα γίνονται μελέτες για τη δράση του Silybum Marianum και σε άλλα όργανα όπως το πάγκρεας, οι πνεύμονες και τα νεφρά.

Σχετικά με το μηχανισμό δράσης της σιλυμαρίνης στο ήπαρ, η αντιτοξική της δράση σε περίπτωση δηλητηρίασης από τον μύκητα Amanita phalloides (τοξικό μανιτάρι) οφείλεται στη διακοπή της εντεροηπατικής κυκλοφορίας των τοξινών του μύκητα, στην παρεμπόδιση της σύνδεσής τους με τις μεμβράνες των ηπατικών κυττάρων, όπως και στην αποτροπή της εισόδου τους στο κύτταρο. Η αντιτοξική της δράση σε άλλες περιπτώσεις, όπως η παρακεταμόλη, έχει διαφορετικό μηχανισμό. η αναγεννητική δράση της στο ήπαρ σχετίζεται με τη σύνδεση της σιλυβίνης σε υπομονάδα της RNA πολυμεράσης, που έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της πρωτεϊνοσύνθεσης, ενώ η αντιινιδιακή της δράση στο ήπαρ, η οποία την καθιστά σημαντικό θεραπευτικό συμπλήρωμα σε περίπτωση κίρρωσης, σχετίζεται με εμπλοκή της στο σχηματισμό λευκοτριενίων.

Σήμερα, σύμφωνα με τις μονογραφίες της Γερμανικής Comission E (1986), οι ώριμοι καρποί του Silybum Marianum, οι οποίοι αποτελούν την δρόγη του φυτού, χορηγούνται σε περιπτώσεις προβλημάτων δυσπεψίας, ενώ το τυποποιημένο εκχύλισμα της δρόγης έχει σαν ένδειξη το ήπαρ που έχει υποστεί βλάβη λόγω τοξινών, αλλά και ως συμπληρωματική θεραπεία σε περιπτώσεις χρόνιας φλεγμονώδους ηπατικής ασθένειας και σε ηπατική κίρρωση. Είναι πολύ σημαντικό να αναφερθεί ότι σε περιπτώσεις δηλητηρίασης από μύκητες του γένους Amanita, η θεραπεία που συστήνεται είναι η ενδοφλέβια έγχυση ενός παραγώγου της συλιβίνης (εμπορική ονομασία Legalon SIL).

Άλλες περιπτώσεις στις οποίες χρησιμοποιείται σήμερα είναι σε χοληστερίνη, ηπατίτιδα, πέτρα στη χολή, καρκίνο, αλλά και ως πρώτη ύλη για τη δημιουργία ομοιοπαθητικού φαρμάκου. Ένα πολύ θετικό στοιχείο του Silybum Marianum είναι το γεγονός ότι είναι ένα ιδιαίτερα ασφαλές φυτό. Παρ' όλο που είναι ένα από τα πιο μελετημένα φυτά που χρησιμοποιούνται, έχουν σημειωθεί ελάχιστες ανεπιθύμητες ενέργειες από τη χρήση του φυτού, χωρίς καμία από αυτές να είναι ιδιαίτερα σοβαρή. Έχει διαπιστωθεί ήπια καθαρτική δράση, κυρίως σε περιπτώσεις χορήγησης μεγάλης δόσης σιλυμαρίνης, ενώ δεν έχουν αναφερθεί αλληλεπιδράσεις του φυτού με άλλα φάρμακα. Η σιλυμαρίνη έχει φανεί ότι αναστέλλει την καταλυτική δράση κάποιων ισοενζύμων του κυτοχρώματος P450, αλλά σε συγκεντρώσεις τις οποίες δεν φθάνει ουσιαστικά in vivo. Τέλος, απαιτείται συστηματικότερη έρευνα για να ανακαλυφθούν πιθανές αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα.

Τα τελευταία χρόνια έχει δημοσιευτεί ένας μεγάλος αριθμός μελετών, αλλά και κλινικών μελετών που αφορούν το Silybum Marianum. Η συνήθης δόση που χορηγείται στις κλινικές μελέτες είναι 420 mg ημερησίως. Θετικότερα αποτελέσματα έχουν φανεί σε περιπτώσεις παιδικής κίρρωσης τύπου Α και σε αλκοολική κίρρωση ενώ υπάρχουν έρευνες που δίνουν αντιφατικά αποτελέσματα ή που δεν είχαν επαρκή αριθμό δείγματος για να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα. Σήμερα ερευνάται κυρίως η δράση του φυτού σε ηπατίτιδα C, στην ογκολογία καθώς και η στερεοχημεία της σιλυβίνης και παράγωγα της σιλυβίνης με καλύτερη φαρμακοκινητική, όπως το Legalon SIL που αναφέρθηκε παραπάνω.
Συμπερασματικά, το Silybum Marianum είναι ένα ευρέως χρησιμοποιούμενο φυτό σε ηπατικές παθήσεις, το οποίο έχει πολλά πλεονεκτήματα, όπως αποτελεσματικότητα μετά από per os χορήγηση, ασφαλή χρήση, αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα, χαμηλό κόστος και εύκολη τυποποίηση του εκχυλίσματός του. Είναι πολύ πιθανόν στο μέλλον να χρησιμοποιηθεί και για τη δράση του σε άλλα όργανα, εκτός από το ήπαρ και τη χολή, ενώ προς το παρόν παραμένει, όπως φαίνεται από έρευνα που διεξήχθη στις ΗΠΑ, το πιο διαδεδομένο φαρμακευτικό φυτό σε ασθενείς με ηπατικές παθήσεις.
 
ΤΟ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΑΡΘΡΟ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΠΟΥ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΚΕ ΣΤΗΝ Ε[ΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΔΙΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΕΘΝΟΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΑΣ ΣΕ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΤΟ Φ.Σ ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ, ΠΟΥ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 24-25 ΜΑΙΟΥ 2008 ΣΤΟ ΒΟΛΟ ΜΕ ΘΕΜΑ "ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΗΠΑΤΟΣ ΚΑΙ ΦΥΤΟΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΟΥΣ" ΥΠΟ ΤΗΝ ΑΙΓΙΔΑ ΤΟΥ Π.Φ.Σ

Επιμέλεια για το περιοδικό Φαρμακευτικό Δελτίο: Φαρμακοποιός Ιωάννα Σταυρακάκη

ΑΡΤ added on

http://www.medmelon.gr/frontend/new.php?aid=523&cid=94

Reply

(Leave this as-is, it’s a trap!)

There is no need to “Register”. Just enter the same Name + Password of your choice every time.

Use Format Text to add links, quotes, bold, italic and more. You can also upload images or videos or archived web pages or multicontent or use any upload website.

Moderators: Blogitter Team

  1. Home
  2. » Medicine - Health

ABOUT :: BLOGITTER NEWS :: FEEDBACK :: MULTILINGUAL :: FORMAT TEXT :: RSS FEEDS :: REQUEST NEW CATEGORY :: REPORT ABUSE :: HELP :: TERMS OF USE :: CONTACT